27.3.15

Δημήτρης Νόλλας: Αν ζούμε σήμερα σαν υποκριτές, αύριο θα ζήσουμε σαν θύματα



του Γρηγόρη Μπέκου

 πηγή: http://www.tovima.gr


Ο Δημήτρης Νόλλας μετράει τα λόγια του όπως μετράει τις λέξεις του. Τις προάλλες τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2014 για «Το ταξίδι στην Ελλάδα» που κυκλοφόρησε το 2013 από τον Ικαρο, ένα βιβλίο που η κριτική επιτροπή ενέταξε στην παράδοση της «ελληνογνωσίας».

Ευκαιρίας δοθείσης, λοιπόν, συναντήθηκε με «Το Βήμα» στην οδό Βουλής, στο βιβλιοπωλείο των ιστορικών εκδόσεων, κοντά στο Σύνταγμα, και μίλησε για τα σαράντα (και πλέον) χρόνια της λογοτεχνικής παρουσίας του λίγο προτού εγκαταλείψει την πρωτεύουσα για το ησυχαστήριό του.

«Η Γλώσσα Σκοπέλου είναι μια ήσυχη μικρή κοινότητα όπου περνώ μεγάλο μέρος του χρόνου μου, συχνά και τον χειμώνα. Συλλέγω καρπούς και σκαλίζω ένα μποστάνι, όπως κι ένα πάκο σελίδες Α4, αφιερώνοντας και στις τρεις αυτές ασχολίες τον λιγότερο δυνατό χρόνο»
εξήγησε ο 75χρονος δραμινός συγγραφέας.

Διακρίσεις έχει λάβει ουκ ολίγες στο παρελθόν τόσο για την πυκνή, υπαινικτική γραφή των διηγημάτων του - Το τρυφερό δέρμα (Καστανιώτης, 1982) απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος, ενώ Ο παλαιός εχθρός (Καστανιώτης, 2004) το Βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών - όσο και για το σύντομο βιβλίο Ο τύμβος κοντά στη θάλασσα (Καστανιώτης, 1992) που του χάρισε το πρώτο του Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (διαδραματίζεται στην Καβάλα της δεκαετίας του 1940 και θίγει τη «φαγωμάρα» στην Αντίσταση).

Το ταξίδι στην Ελλάδα
είναι, όπως αποκάλυψε, το πρώτο μέρος μιας μυθιστορηματικής τριλογίας «με τον γενικό τίτλο "Δύσκολοι καιροί" η οποία καλύπτει 70 χρόνια νεοελληνικής ιστορίας από το σημαδιακό 1943, έτος που αρχίζει η  εμφύλια ανθρωποφαγία, και συνεχίζεται με τα "Μάρμαρα στη μέση" (σ.σ.: εντός του 2015 από τον Ικαρο) στην καρδιά της φούσκας στα τέλη του περασμένου αιώνα. Το τρίτο μέρος θα φτάνει στις μέρες μας. Μερικοί από τους χαρακτήρες πηγαινοέρχονται από το ένα βιβλίο στο άλλο, όπως κάνουν όλοι οι άνθρωποι ενόσω είναι ακόμη ζωντανοί».

Το καλό δίηγημα και η γλώσσα
Τι σηματοδότησε όμως το πρόσφατο βραβείο; Κάτι σωρευτικό, ας πούμε, ή εξακολουθεί να βλέπει το καθένα ξεχωριστά; «"Σωρευτικά" ή "καθένα ξεχωριστά", κανένα βραβείο δεν έχει τη δύναμη να κάνει εκείνο το ακοίμητο και ανελέητο ανθρωπάκι, να κάνει τον ενοχλητικό μέσα εαυτό μας να το βουλώσει και να σταματήσει να αμφιβάλλει διαρκώς αν αξίζουν κάτι όλα αυτά που έχουμε δημιουργήσει στη ζωή μας, κάποια απ' αυτά τουλάχιστον» αποκρίθηκε.

Πότε είναι καλό ένα διήγημα και μάλιστα ένα διήγημα γραμμένο στην ελληνική γλώσσα; Και τι πρέπει να έχει μια ιδέα ή μια ιστορία για να την «τραβήξει» ο ίδιος λίγο παραπάνω; «Δεν "τραβάω" τίποτα παραπάνω απ' όσο θέλει το ίδιο να τραβηχτεί. Ούτε πράγματα ούτε ανθρώπους και καθόλου τα γραπτά. Καθένα από τα παραπάνω έχει τη δική του ζωή, τον δικό του χτύπο καρδιάς. Νομίζω πως, αν μπει κανείς στον πειρασμό να συμπεριφερθεί προκρούστεια σ' ένα κείμενο για να το φέρει στα μέτρα του, εκείνο θα μπορούσε να τον εκδικηθεί συνεχίζοντας να κείται εκεί, νεκρό για πάντα. Τώρα για το πότε είναι καλό ένα διήγημα, τι να σας πω; Πιστεύετε πως υπάρχει οδηγός της αριστείας ενός διηγήματος; Εντάξει, και για να μη νομίσετε πως υπεκφεύγω, πιστεύω πως εγγύηση της καλοσύνης του είναι η γλώσσα του. Οταν η γλώσσα του λαμπυρίζει σαν τα άνθη της αμυγδαλιάς στο μαύρο της κλωνάρι, ε, ναι, τότε είναι καλό. Ετσι πιστεύω».

Αρχίσαμε τότε να λογαριαζόμαστε με Το ταξίδι στην Ελλάδα, όπου καταπιάνεται με τις αντιφάσεις αυτού που ο ίδιος αντιλαμβάνεται ως «ελληνική ιδιοπροσωπία». Συμφωνήσαμε ότι κάθε λαός είναι ιδιαίτερος ή ότι, εν πάση περιπτώσει, κάθε λαός έχει κάποια διακριτά χαρακτηριστικά που τον ακολουθούν και ενίοτε τον καθορίζουν. Σε τι συνίσταται αυτή η «ελληνική ιδιοπροσωπία» και πώς μπορούμε να την προσεγγίσουμε ακριβοδίκαια; Και γιατί λειτουργεί περισσότερο ως δύναμη καθήλωσης; Μήπως εν τέλει πρόκειται για την επίκληση ενός εξαιρετισμού που μάλλον μας προκαλεί περισσότερα προβλήματα (ταυτότητας λ.χ. αλλά και καθημερινής πρακτικής, στα «μεγάλα» αλλά και στα «μικρά») από όσα μας λύνει; 

Η δύναμη της καθήλωσης
«Ας συμφωνήσουμε πως όταν γενικεύουμε και μετατρέπουμε τα μέλη μιας ομάδας σε σύνολο αδιαίρετο με κοινά χαρακτηριστικά, τις συνήθειες, τα πιστεύω και τις αντιδράσεις τους, ασφαλώς δημιουργούμε στρεβλή εικόνα για τον καθέναν εξ αυτών που συμμετέχει σε αυτό το σύνολο. Διευκολύνοντάς μας έτσι, με την πρώτη ευκαιρία, να εξωπετάξουμε εκείνον που θα είχε διαφορετική άποψη ή θα παρεξέκλινε από το πολιτικώς ορθό και από  τον κανόνα, από αυτό που όλοι είμαστε» ξεδίπλωσε τον συλλογισμό του ο Δημήτρης Νόλλας.

Και αφού σιώπησε για μια στιγμή συνέχισε με μια θλιβερή αφορμή που του έδωσε η επικαιρότητα: «Γιατί τι άλλο υπήρξε ο τραγικός Βαγγέλης Γιακουμάκης από άλλον έναν μάρτυρα της ατομικής ελευθερίας. Του ανθρώπου που αρνείται να γίνει σαν τους λυκάνθρωπους που τον περιβάλλουν. Αρνείται και πεθαίνει. Αυτό είναι κεντρικό σημείο της περιώνυμης ιδιοπροσωπίας μας, κύριε Μπέκο, για την οποία μιλάμε τόση ώρα. Ξέρετε πόσους νεομάρτυρες έχει η Εκκλησία μας γύρω απ' αυτό το ζήτημα; Ξέρετε τι θα πει να αρνείσαι την ενσωμάτωσή σου στον κανόνα του ισχυροτέρου, είτε αυτός λέγεται Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής είτε Αρμανσμπεργκ ο Χαμερπής; Και όλοι αυτοί οι μάρτυρες να είναι ανώνυμοι, κακοποιοί, δούλοι, πόρνες, φαντάροι, μικρομαγαζάτορες και περιβολάρηδες, μαύροι και λευκοί, που λένε όχι στην ευτυχία που τους προσφέρεται με αντάλλαγμα την ελευθερία τους; Δεν γνωρίζω άλλους, άλλων εθνών, να πέφτουν με τέτοια αυταπάρνηση πάνω στα υπερόπλα του δυνάστη τους για να υπερασπιστούν με το αίμα τους την ελευθερία και να προτιμούν να "τρώγωσι πέτρες" από το να τακιμιάζουν μαζί του. Η ανεξέλεγκτη και παράλογη λατρεία της προσωπικής ελευθερίας, να τι θεωρώ από τα βασικά στοιχεία της ελληνικής ιδιοπροσωπίας. Και αν είναι έτσι, ναι, δημιουργεί προβλήματα αυτή η ιδιοπροσωπία, ενοχλεί, σε έναν πλανήτη που μεταβάλλεται σιγά-σιγά σε "σάλα-τραπεζαρία ένα" και εξορίζει απ' τη ζωή μας το Ιερό ανυψώνοντας στη θέση του το χρυσό μοσχάρι».

Μία ακόμη όψη της εθνικής «ιδιοπροσωπίας» είναι και η ροπή προς τον διχασμό. Το ταξίδι στην Ελλάδα στοιχειώνεται από τον εμφύλιο πόλεμο. Υπάρχει ένας «μαύρος λοχαγός» του Εθνικού Στρατού ο οποίος, πλέκοντας ένα μακάβριο εγκώμιο του σπαραγμού, αποφαίνεται: «Οσο καλύτερος και να 'ναι ο αυριανός τρόπος απ' τον χτεσινό, η συνθήκη των προβάτων και του ποιμένα στην ουσία της δεν αλλάζει». Τι σημαίνει αυτό με δυο λόγια, υπό το φως μάλιστα της σημερινής συγκυρίας, της οικονομικής κρίσης, που επανέφερε την εμφυλιοπολεμική ορολογία στο προσκήνιο; «Αυτό που λέει ο μυθιστορηματικός χαρακτήρας σημαίνει πως οι τρελαμένοι με την εξουσία, ανεξαρτήτως των διαφορών που προβάλλουν, των ιδεών τους που ευαγγελίζονται τη ριζική αλλαγή της κοινωνίας και τα λοιπά και τα λοιπά, είναι όλοι τους συγγενείς και ανήκουν στην ίδια πατριά. Διαφορετικές συμμορίες, ίδιο σόι. Είναι κρίμα γιατί στους κόλπους τους συμπεριλαμβάνουν αρκετούς τίμιους και ικανούς, αλλά τους παρασέρνει το ρέμα των συνασπιζομένων βλακών και αθλίων. Για δε τον εμφυλιοπολεμικό λόγο που μας φέρνει πίσω νομίζω πως αυτό συμβαίνει επειδή η φονικότητα αυτών των λόγων έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν και αποδείχτηκε ικανή να κρατάει ζωντανή τη φωτιά της "φαγωμάρας". Ασφαλής εγγύηση για να τον αναστήσουμε κι εμείς αυτόν τον λόγο με τη σειρά μας» εκτίμησε ο Δημήτρης Νόλλας.

Στη δίνη της κρίσης
Ο νεαρός Αρίστος Καραμπίνης, πρωταγωνιστής του μυθιστορήματός του, πραγματοποιεί ένα ταξίδι αυτογνωσίας στον γενέθλιο τόπο (στη Θεσσαλονίκη του 1963, μετά τη δολοφονία Λαμπράκη) προτού επιστρέψει στο Μόναχο, αφού «ένα λιθαράκι είχε μετατοπιστεί εντός του». Είναι όμως και η Χρυσάνθη που πήγε να δουλέψει στη Γερμανία το 1943, είναι και ο Πίζας, ο κουτσός τοκογλύφος εκ Καππαδοκίας, που κάνει μάθημα στον Αρίστο για το χρήμα, ένα κήρυγμα προτεσταντικής ηθικής... Είπαμε για τον διάχυτο αντιγερμανισμό (τον λαϊκισμό, όχι τη σοβαρή κριτική προς τη Γερμανία), είπαμε και για τη σημερινή ελληνική «διαρροή εγκεφάλων»προς το εξωτερικό, των νέων πρωτίστως.


Η ανάγκη ωστόσο της δικής του ηρωίδας ήταν άλλης τάξεως. «Η Χρυσάνθη είναι αυτό που διαβάζετε, τίποτα περισσότερο. Ενα πρόσωπο που περιθωριοποιείται στη δίνη της κρίσης που έχει φέρει ο πόλεμος και η ναζιστική κατοχή. Αλλη μια "αγανακτισμένη", για τις συμφορές της οποίας έχουν ευθύνη οι άλλοι. Και η οποία, για να επιζήσει, στρέφεται προς τους "διώκτες" της στην καθημαγμένη Γερμανία. Και με τον καιρό αποκτά τη σοφία και την ησυχία μιας περιπλανώμενης ζητιάνας, ενός Πόρτσια. Είναι το περιθώριο. Γι' αυτό και δεν τη χωράει ο τόπος. Γι' αυτό και στο τέλος χάνεται (και ευτυχώς δεν τη βρίσκει κανείς). Ο άλλος χαρακτήρας που υμνεί το χρήμα σκανδαλίζει με αυτή τη χαοτική αντίθεση ανάμεσα στο επάγγελμά του και στον τόπο καταγωγής του. Ναι, συμβαίνει. Ενας τόπος δεν παράγει μόνον αγγέλους, δεν είναι εργοστάσιο παραγωγής οσίων και μαρτύρων. Είναι και μήτρα κοινών, κοινότατων και ποταπών υπάρξεων και αποτυχημένων. Ετσι είναι πλασμένος ο κόσμος μας και είναι όμορφος έτσι. Υπ' αυτή την έννοια, παραδέχομαι πως "Το ταξίδι στην Ελλάδα" είναι ένα άλμπουμ ναυαγίων» υπογράμμισε.



«Ο ένας μόνος του, αυτάρκης και ασφαλής, είναι μια αυταπάτη»
Τόσο στη νουβέλα «Ναυαγίων πλάσματα» (Κέδρος, 2009) όσο και στη συλλογή διηγημάτων «Στον τόπο» (Iκαρος, 2012) ο Δημήτρης Νόλλας ασχολήθηκε με τη μοίρα των μεταναστών που φτάνουν στην Ελλάδα. «Δοξάζω τον Θεό που από μικρό με διαπαιδαγώγησαν, και το χρωστώ αυτό στους γονείς μου, πως η ζωή δεν είναι μια ομαλή ευθεία ούτε και δεδομένη. Eχει γυρίσματα, κι έτσι εκεί που είσαι εσύ, αύριο μπορεί να βρίσκομαι εγώ. Και μόνον αυτή η σκέψη κάνει τους ανθρώπους αλληλέγγυους. Δεν υπάρχει ο ένας χωρίς τον άλλον. Ο ένας μόνος του, αυτάρκης και ασφαλής, είναι μια αυταπάτη, είναι ένας νεκρός που δεν το ξέρει. Ομως ας μην υποδυόμαστε ρόλους κάθε τόσο και κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε. Οπως είπαμε πιο πάνω, εδώ, σήμερα, δίπλα μας, οδηγήσαμε ένα παιδί στον θάνατο επειδή δεν ήθελε να μας μοιάσει, τους δυστυχισμένους που ξεβράζει η θάλασσα θα λυπηθούμε; Ή μήπως νομίζετε πως κάτι διαφορετικό απ' αυτό που λέει η προηγούμενη πρόταση έγινε στα χωράφια της Μανωλάδας; Οσο δεν αναγνωρίζουμε το ανθρώπινο πρόσωπο στον άλλον, τον υποβιβάζουμε σε πράγμα. Γι' αυτό και χρειάζεται να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί με όσους βγάζουν πύρινους λόγους κατά της παρουσίας των ξένων στον τόπο μας, επειδή αυτό που θέλουν είναι να τους έχουν δούλους, μαντρωμένους σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας».

Αν κάτι μένει από «Το ταξίδι στην Ελλάδα» είναι μια φωτεινή ιδέα για την πατρίδα, για την πατρίδα που είναι συνύπαρξη, όσο δύσκολη κι αν είναι. Κύριε Νόλλα, τον ρωτήσαμε, τι είναι για εσάς η πατρίδα; «Πατρίδα είναι η γλώσσα μου, η ελληνική και η πίστη στον Χριστό. Ολα τα άλλα είναι "τα πούπουλα της κότας". Οσοι από μας αλληλολιβανίζονται με τις ταξικές διαφορές (ή τις εθνοφυλετικές) πατάνε στο αίμα και προετοιμάζουν την επιστροφή μας στη ζούγκλα. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για αυτό. Είμαστε όλοι μας μια κοινωνία κουτσών, στραβών, όμορφων και άσχημων, βλακών, ανίκανων να ζητήσουν μια συγγνώμη, αλλά και πνευματικών ανθρώπων, και αν είμαστε ανίκανοι να ζήσουμε όλοι μαζί και να λύνουμε τις διαφορές μας με αγάπη και διάλογο, είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε σήμερα σαν υποκριτές και αύριο σαν θύματα».

25.3.15

H διεθνής διαδρομή του «Ύμνου εις την Eλευθερίαν»



του Γιώργου Κορδομενίδη

[δημοσιεύτηκε στη σελίδα βιβλίου «Αναγνωστήριο»
εφημ. Αγγελιοφόρος της Κυριακής, 28.3.1999

«O “Yμνος εις την Eλευθερίαν” του Διονυσίου Σολωμού και οι ξενόγλωσσες μεταφράσεις του». Eπιμέλεια: Kατερίνα Tικτοπούλου. Θεσσαλονίκη, Kέντρο Eλληνικής Γλώσσας 1998, 222 σελ.
Σωκράτης Kαψάσκης. «Στοιχεία βιογραφίας του Διονυσίου Σολωμού». Aθήνα, Tυπωθήτω / Γιώργος Δαρδανός 1998, 666 σελ.


H ανακήρυξη του 1998 ως Eτους Διονυσίου Σολωμού, για τα 200 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή, υπήρξε πρώτης τάξεως αφορμή να ξαναδιαβαστεί το έργο του Σολωμού· έργο που επισκιάστηκε από την ετικέτα του “εθνικού” ποιητή και η οποία, με τη σειρά της, τον κατέστησε, στα μάτια μιας μεγάλης μερίδας του αναγνωστικού κοινού,  ποιητή αναλώσιμο μόνο κατά τις εθνικές επετείους.
Πριν από έναν χρόνο, το «Aναγνωστήριο» παρουσίασε συνοπτικά τις πρώτες εκδόσεις βιβλίων και αφιερωμάτων περιοδικών για τον Διονύσιο Σολωμό.
Στο ξεψύχισμα του Eτους Σολωμού, κυκλοφορήθηκε από το Kέντρο Eλληνικής Γλώσσας ―με χρηματοδότηση του Yπουργείου Πολιτισμού― το συλλογικό έργο «O “Yμνος εις την Eλευθερίαν” του Διονυσίου Σολωμού και οι ξενόγλωσσες μεταφράσεις του», με εξαιρετική τυποτεχνική εμφάνιση και υποδειγματική εκδοτική φροντίδα. (Ελάχιστη, ίσως και σχολαστική, επιφύλαξη εκδοτικής δεοντολογίας: έχω τη γνώμη ότι στη σελίδα τίτλου θα έπρεπε, μαζί με το όνομα της επιμελήτριας του τόμου, να αναγράφονται και τα ονόματα των συνεργατών: της Χ. Προκοπάκη, του Μ. Β. Ραΐζη και ―κυρίως― του Ντ. Χριστιανόπουλου, χάρη στην καταγραφική εμμονή του οποίου, εδώ και πάνω από 20 χρόνια, μένει ανοιχτό το θέμα της μεταφραστικής περιπλάνησης του «Υμνου» ανά τον κόσμο και ανά τις γλώσσες.)
«O “Yμνος εις την Eλευθερίαν” αναγνωρίζεται ως τριπλό ορόσημο: για τον ίδιο τον δημιουργό του, για τη σύγχρονη ιστορία μας, και για τη νεότερη λογοτεχνία μας», σημειώνει στο προλογικό της σημείωμα η επιμελήτρια του τόμου, Kατερίνα Tικτοπούλου· ενώ ο πρόεδρος και διευθυντής του Kέντρου Eλληνικής Γλώσσας, καθηγητής Δ. N. Mαρωνίτης γράφει στον δικό του πρόλογο: «O “Yμνος” του Σολωμού και οι σχεδόν ταυτόχρονες τρεις ξενόγλωσσες μεταφράσεις του αποτέλεσαν κορυφαίο σήμα εθνικής αυτογνωσίας και φιλελληνικής προθυμίας. Ωφέλιμο επομένως είναι να ξαναγυρίσουμε στη γόνιμη αρχή αυτής της συμφωνίας, μήπως βρεθεί κάποιος μπούσουλας, για να ξεπεραστεί κάπως η διπλή σύγχυση τόσο για την εθνική μας ταυτότητα όσο και για το ευρωπαϊκό μας περιβάλλον.»

Oι πρώτες μεταφράσεις
O τόμος αποτελείται από δύο διακριτά μέρη. Tο πρώτο, τυπωμένο σε κρεμ χαρτί, περιλαμβάνει τον «Yμνο εις την Eλευθερίαν» και τις τρεις πρώτες, φιλελληνικές μεταφράσεις του, που κυκλοφόρησαν σχεδόν ταυτόχρονα, προβάλλοντας τους σκοπούς του ελληνικού Aγώνα και κάνοντας γνωστό το όνομα του Σολωμού στην Eλλάδα και στο εξωτερικό. Πρόκειται για την πεζή γαλλική μετάφραση του Stanislas Julien (Παρίσι, 1825), την έμμετρη αγγλική μετάφραση του Charles Brinsley Sheridan (Λονδίνο, 1925) και την πεζή ιταλική μετάφραση του Gaetano Grassetti (Mεσολόγγι, 1825).
Στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των μεταφράσεων και στην ατμόσφαιρα εντός της οποίας κυοφορήθηκαν αναφέρονται, στο ίδιο αυτό πρώτο μέρος, με σύντομα κείμενά τους, η Xρύσα Προκοπάκη (για τη γαλλική και την ιταλική μετάφραση) και ο Mάριος Bύρων Pαΐζης (για την αγγλική).
H πρώτη γαλλική μετάφραση του «Yμνου», από τον S. Julien (1797-1873), όχι πάντοτε εύστοχη, μας πληροφορεί η Προκοπάκη, δημοσιεύθηκε στον δεύτερο τόμο της συλλογής δημοτικών τραγουδιών του C. Fauriel.
Μόλις εκδόθηκε στο Παρίσι η συλλογή Fauriel, ο C. B. Sheridan (1796-1844), γιος του ονομαστού θεατρικού συγγραφέα και δεινού πολιτικού R. B. Sheridan, στενού φίλου του Λόρδου Mπάιρον, δημοσίευσε μια ενθουσιώδη κριτική γι' αυτήν καί σύντομα ανέλαβε ο ίδιος να μεταφράσει τον «Yμνο»· η μετάφρασή του εκδόθηκε μέσα στον ίδιο χρόνο, προκαλώντας ―με τις “απιστίες” της στο πρωτότυπο κείμενο του «Yμνου»― τη δυσαρέσκεια και την επιτίμηση του Σολωμού. 
Aντίθετα, ο ποιητής ήταν «απολύτως ικανοποιημένος» από την ιταλική μετάφραση του «Yμνου» που έκανε, πάντα το 1825, υπό την επίβλεψή του, ο φίλος του, G. Grassetti (1778-1836) και που τύπωσε στο Mεσολόγγι ο (πιθανότατα Θεσσαλονικιός) Δ. Mεσθενεύς.  

Ο «Υμνος» σε άλλες γλώσσες
Tο δεύτερο μέρος του βιβλίου, τυπωμένο σε λευκό χαρτί, αφιερώνεται στις μεταφραστικές τύχες του «Yμνου» από το 1824 μέχρι σήμερα. Eδώ δημοσιεύεται η νεότερη εκδοχή σχετικής μελέτης του Nτίνου Xριστιανόπουλου, η πρώτη μορφή της οποίας παρουσιάστηκε το 1979, στον τόμο «Aφιέρωμα στον καθηγητή Λίνο Πολίτη», και συμπληρώθηκε αργότερα με σποραδικές δημοσιεύσεις του Xριστιανόπουλου σέ βιβλία του ή σε περιοδικά.
Πρόκειται για μια εξαντλητική καταγραφή των έως τώρα γνωστών μεταφράσεων του ποιήματος, οι οποίες υπερβαίνουν τις 79 και προέρχονται από 16, συνολικώς, γλώσσες. H καταγραφή οργανώνεται σε έξι ενότητες, με βάση τη γλώσσα της μετάφρασης, και συνοδεύεται από χρήσιμα σχόλια για τους μεταφραστές και τις μεταφράσεις, από τις οποίες ενδεικτικώς παρατίθεται μία στροφή κάθε φορά.
Ειδικότερα, ο Χριστιανόπουλος έχει επισημάνει 18 μεταφράσεις στα αγγλικά, 13 στα γαλλικά, 21 στα ιταλικά, 12 στα γερμανικά και 15 σε διάφορες άλλες γλώσσες (ολλανδικά, πολωνικά, δανέζικα, ουγγρικά, καταλανικά, ρουμανικά, κορεατικά, ιαπωνικά, βουλγάρικα, ρωσικά, ισπανικά και αλβανικά). 
Τον τόμο ―που αντανακλά το παραγόμενο από το Kέντρο Eλληνικής Γλώσσας εκδοτικό έργο― εικονογραφούν «Η σπουδή για τις σφαγές της Χίου» του Delacroix και «Η Ελληνίδα ηρωίδα» του Janet και συνοδεύει μια κάρτα με την Ελευθερία κατά Μιχάλη Μανουσάκη (κατ' ανάθεση του Κέντρου). 


Στοιχεία μιας βιογραφίας


Διαρκούντος του Ετους Σολωμού, εκδόθηκε ένα ογκώδες σχεδίασμα βιογραφίας του Σολωμού από Σωκράτη Καψάσκη (γνωστού μέχρι τώρα ως κινηματογραφιστή, ποιητή και μεταφραστή του «Οδυσσέα» του Τζόυς).
Ομολογώ ότι δεν αισθάνομαι επαρκής, προκειμένου να αξιολογήσω την εργασία αυτή· όμως μπορώ να βεβαιώσω ότι διαβάζεται με ιδιαίτερη ευχαρίστηση και ενδιαφέρον, καθώς παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να διαμορφώσει τη δική του αντίληψη για το θέμα, αντλώντας ο ίδιος στοιχεία από τις διαθέσιμες μαρτυρίες. Διότι ο Καψάσκης παραθέτει αυτούσια αποσπάσματα από ποικίλες πηγές, με πληροφορίες για πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο της εποχής, καθώς και για τη ζωή του Σολωμού. Αλλά δεν αρκείται στη συλλογή και την παράθεση του υλικού· το διασταυρώνει, το αξιολογεί και το αξιοποιεί με τρόπο συνθετικό.

24.3.15

Ο Διονύσης Καψάλης αναγορεύεται σήμερα, 18.30, επίτιμος διδάκτωρ Α.Π.Θ.



Διακεκριμένος ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και εκδότης, τακτικός συνεργάτης του Εντευκτηρίου, ο Διονύσης Καψάλης αναγορεύεται σήμερα επίτιμος διδάκτωρ του Α.Π.Θ., ώρα 18.30, στην αίθουσα τελετών του παλαιού κτιρίου της Φιλοσοφικής Σχολής. 

Το Πρόγραμμα της Τελετής έχει ως εξής:

Προσφώνηση από τον Πρύτανη του Α.Π.Θ., Καθηγητή Περικλή Μήτκα.
Έπαινος του τιμώμενου (Laudatio) από τον Καθηγητή Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Α.Π.Θ., Μιχάλη Χρυσανθόπουλο.
Τελετή Αναγόρευσης.
Επίδοση Ψηφίσματος, Τίτλου και Διασήμου.
Αντιφώνηση και ομιλία του τιμώμενου, με θέμα «Η ευτυχής φιλολογία».
Οι ηθοποιοί Ειρήνη Κυριακού και Νίκος Ράμμος του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ. θα διαβάσουν αποσπάσματα από το έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Άμλετ σε μετάφραση του Δ. Καψάλη.
Λήξη Τελετής



Σύντομο βιογραφικό τιμώμενου.

Ο Διονύσης Καψάλης (Αθήνα, 1952), σπούδασε κλασική και αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Georgetown των ΗΠΑ και νεοελληνική και συγκριτική φιλολογία στο King’s College του Λονδίνου. Από το Νοέμβριο του 1999, κατέχει τη θέση του Διευθυντή στο Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. Έχει καταθέσει δεκαεννέα ποιητικά βιβλία, έξι τόμους με δοκίμια και ποιητικές μεταφράσεις (σονέτα του Σαίξπηρ, ποιήματα της Έμιλυ Ντίκινσον, χαϊκού του Ίσσα και του Μπασό κ.ά.). Υπήρξε για πολλά χρόνια μόνιμος συνεργάτης του περιοδικού Ο Πολίτης και συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Η Αυγή και Η Καθημερινή. Η συνεργασία του με το θέατρο είναι ιδιαίτερα γόνιμη: Προσωπογραφία. Ποίημα για τρεις φωνές (Θεσσαλονίκη-Πολιτιστική Πρωτεύουσα, 1997 ~ Θέατρο Τέχνης-Κάρολος Κουν σε σκηνοθεσία Κ. Κατζουράκη).
Έχει μεταφράσει τις Ευτυχισμένες μέρες του Σαμουήλ Μπέκετ και τα έργα του Σαίξπηρ Ρωμαίος και Ιουλιέτα (Θέατρο Κάππα, 1995), Βασιλιάς Ληρ (Θέατρο Τέχνης, 1999 ~ ΚΘΒΕ, 2008), Οθέλλος (Θέατρο του Νέου Κόσμου, Φεστιβάλ Αθηνών 2006), Περικλής (Εθνικό Θέατρο, 2011), Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας (Εθνικό Θέατρο, 2012), Άμλετ (Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, 2015). Συνέγραψε ακόμη το λιμπρέτο για την όπερα Ιούλιος Καίσαρ του συνθέτη Φίλιππου Τσαλαχούρη (Μέγαρο Μοσικής, Μάρτιος 2015).

Έχει συνεργαστεί στενά με τον συνθέτη Νίκο Ξυδάκη, γράφοντας μεταξύ άλλων και τους στίχους για το έργο Θρήνοι γυναικών. Ηρωίδες του Σοφοκλή (Θέατρο «μικρής» Επιδαύρου, Φεστιβάλ Αθηνών 2006), Rue Lepsius. Μια μουσική προσωπογραφία του Κ. Π. Καβάφη («Σχολείο» της οδού Πειραιώς, Φεστιβάλ Αθηνών 2008).

Ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί και από άλλους Έλληνες συνθέτες και συγκροτήματα (Δημήτρης Παπαδημητρίου, Γιώργος Χριστιανάκης, Διάφανα κρίνα κ.ά.). Έχει συνεργαστεί με το Τρίτο Πρόγραμμα του ραδιοφώνου, όπου πρόσφατα, από τον Μάρτιο έως τον Ιούλιο του 2014, παρήγαγε 14 ωριαίες εκπομπές με τον τίτλο «Στην καρδιά του Σαββατόβραδου».

Είναι μέλος του Εφορευτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, του Συμβουλίου Ιδρύματος της Σχολής Καλών Τεχνών και της Επιστημονικής Επιτροπής του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία.

Το 1999 του απονεμήθηκε το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για την προσφορά του στην ποίηση.

20.3.15

Ντίνος Χριστιανόπουλος: Τα 84α γενέθλιά του



Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος διαβάζει αποσπάσματα από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο
στη δική του μετάφραση, σε μια από τις πρώτες εκδηλώσεις που διοργάνωσα ως διευθυντής 
του Πολιτιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ

Ο εμβληματικός ποιητής της Θεσσαλονίκης, ο αιρετικός δημιουργός και άνθρωπος, Ντίνος Χριστιανόπουλος, συμπληρώνει σήμερα 84 χρόνια ζωής.

Τρέφω βαθύ σεβασμό και μεγάλη αγάπη γι' αυτόν που υπήρξε μέντοράς μου και αυστηρός φίλος (αν και υπερβολικά αυστηρός, μέχρι αδικίας, μερικές φορές). Δεν μπορώ να μετρήσω πόσα έχω μάθει από αυτόν, πόσα του οφείλω.

Με αφορμή τη σημερινή επέτειο των γενεθλίων του, αναδημοσιεύω από το ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΝΤΙΝΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟ του Εντευκτηρίου (τχ. 95) σχετικό κείμενό μου.


Γιώργος Κορδομενίδης



Ο δάσκαλος και ο μαθητής.
Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης, 1983


Σχέση διά βίου μαθητείας

Το κείμενο των επόμενων σελίδων διαβάστηκε στην εκδήλωση «Τιμή στον Ντίνο Χριστιανόπουλο», στο πλαίσιο του κύκλου εκδηλώσεων «Θεσσαλονικέων Εσπερίδες», που περιλαμβανόταν στο πρόγραμμα εκδηλώσεων του οργανισμού Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης «Θεσσαλονίκη 1997» (θέατρο «Αυλαία», 14.10.1997). Προηγήθηκαν με εισηγήσεις τους ο Χρήστος Καββαδάς και ο Δημήτρης Χουλιαράκης. Ποιήματα του τιμώμενου διάβασε η ηθοποιός Λυδία Φωτοπούλου.

Ο ποιητής αρνήθηκε ―παρά τις επίμονες, μέχρι την τελευταία στιγμή, πιέσεις μου― να παραστεί. Δέχτηκε τελικά να “μετάσχει” στην εκδήλωση διαβάζοντας στο μικρό κασετόφωνό μου δύο ανέκδοτα τότε ποιήματά του αλλά και παραχωρώντας μου, για να τη διαβάσω δημοσίως, πριν από τις εισηγήσεις μας, μια επιστολή που είχε απευθύνει, ήδη από τον Ιούλιο εκείνης της χρονιάς, στον ποιητή Μίμη Σουλιώτη, υπεύθυνο του Τομέα Γραμμάτων της Πολιτιστικής. Η επιστολή αυτή έλεγε τα εξής:

Φίλε κύριε Σουλιώτη,

Έλαβα την επιστολή σας [επιστολή με την οποία η Πολιτιστική του ανακοίνωνε πως σκοπεύει να τον τιμήσει με ειδική εκδήλωση] και σας ευχαριστώ.

     Η βραδιά που μου ετοιμάζετε δεν έχω αντίρρηση να γίνει, όχι γιατί με αφορά προσωπικά αλλά γιατί δεν θα ’θελα να αντιδράσω σε μια σειρά εκδηλώσεων που κατά βάθος επικροτώ. 
     Ωστόσο, ανέφερα ήδη στον αγαπητό φίλο Γιώργο Κορδομενίδη πως δεν θα παρευρεθώ, για να μην εκληφθεί η παρουσία μου σαν υποχώρηση. Λίγοι θα καταλάβουν πως ενώ επικρίνω την Πολιτιστική Πρωτεύουσα σε πολλά, δεν παύω να την επαινώ σε ορισμένα ―λόγου χάρη, για μερικά εξαιρετικά έντυπά της― ή να προσφέρω αφιλοκερδώς τις συμβουλές μου σε όσους από τους προϊσταμένους της επεδίωξαν κατά καιρούς να με συμβουλευτούν. Δέχομαι δηλαδή τα καλά των εχθρών μου όπως ακριβώς χτυπώ και τα κακά των φίλων μου. Έτσι λοιπόν, και στην περίπτωση της τιμητικής βραδιάς, την αποδέχομαι ως πνευματικός άνθρωπος αλλά δεν θα μετάσχω ως Ντίνος Χριστιανόπουλος.

Φιλικά,


Ντίνος Χριστιανόπουλος



Δεν μπορώ παρά να μιλήσω για τον Ντίνο Χριστιανόπουλο υπό το φως και κάτω από το βάρος μιας στενής πνευματικής σχέσης και βαθιάς φιλίας που μετρά ήδη δεκαεννέα χρόνια. Προβαίνω εξαρχής στη δήλωση αυτή, όχι μόνο επειδή θα μιλήσω μέσα από το συγκεκριμένο, δικό μου πρίσμα, αλλά και επειδή φοβάμαι μήπως έτσι μιλώντας δεν διακρίνω πάντα το λεπτότατο όριο ανάμεσα στο προσωπικό και στο ιδιωτικό.


Τον καιρό που τον πρωτογνώρισα δεν κρατούσα ημερολόγιο, ώστε να έχω σημειώσει ―και να μπορώ τώρα να το διασταυρώσω― πότε ακριβώς (εννοώ συγκεκριμένη ημερομηνία) τον συνάντησα για πρώτη φορά. Είμαι πάντως σίγουρος για τη χρονιά (ήταν το 1978), για το πρόσωπο που μου τον “αποκάλυψε” (ο ζωγράφος και συγγραφέας Κώστας Μαρτινόπουλος), για το μέρος όπου τον συνάντησα (το γραφείο του, που τότε, για έναν μόλις χρόνο, βρισκόταν στην οδό Στρατηγού Καλλάρη 3). Ήταν η εποχή που έκανα τα πρώτα μου βήματα στη δημοσιογραφία, με μικρά σημειώματα για εκθέσεις ζωγραφικής, και ο ποιητής, εκτός των άλλων δραστηριοτήτων του, λειτουργούσε ήδη από το 1974 τη Μικρή Πινακοθήκη «Διαγώνιος». Η μαύρη για μένα αλήθεια είναι ότι, στα 23 μου χρόνια, αγνοούσα μέχρι τότε παντελώς την ποίησή του (δεν είχα καν ακούσει το όνομά του νωρίτερα), και δεν είχα ούτε τη λεπτότητα ή την προβλεπτικότητα ―σε ένα κράμα νεανικής και δημοσιογραφικής αυθάδειας― να διαβάσω κάποια συλλογή του προτού σπεύσω να τον συναντήσω.

Όσοι τον έχουν συναναστραφεί έστω και ελάχιστα, μπορούν να φανταστούν τις πρώτες μου εντυπώσεις και αντιδράσεις. Εντυπωσιάστηκα, γοητεύτηκα, έγινα ―κυριολεκτικά― θαυμαστής του από τα πρώτα λεπτά που πέρασα στο γραφείο του και δεν έλεγα να ξεκολλήσω από εκεί, μέχρις ότου τον ανάγκασα ―επειδή είχα κάνει «αρμένικη βίζιτα»― να μου πει, όταν εμφανίστηκαν στην πόρτα άλλοι επισκέπτες, «τώρα εσύ να φύγεις!». Αυτό ήταν το πρώτο “τραύμα” μου από την αντισυμβατική συμπεριφορά του. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο, μάλλον είναι απόλυτα φυσικό ότι, ήδη από τις πρώτες μας συναντήσεις, η στάση του απέναντί μου είχε όλα τα χαρακτηριστικά που σημαδεύουν τη φιλία μας μέχρι τώρα. Ο Χριστιανόπουλος ήταν αντισυμβατικός, αυστηρός, προστατευτικός χωρίς διδακτισμό, πρόθυμος να πει τη γνώμη του και να βοηθήσει.


Η απουσία του ποιητή

Σ’ ένα μικρό, δισέλιδο μόλις, δοκίμιό του που δημοσιεύτηκε το 1979 πρωτοσέλιδο στη Διαγώνιο, υπό τον σαρκαστικό τίτλο «Συνέντευξη», και εκδόθηκε αυτοτελώς το 1986, υπό τον εμφατικότερο τίτλο Εναντίον, ο Χριστιανόπουλος δήλωνε:

Είμαι εναντίον κάθε τιμητικής διάκρισης, απ’ οπουδήποτε κι αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία απ’ το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε ― αυτό το απαίσιο «υπείροχον έμμεναι άλλων» που μας άφησαν οι αρχαίοι. [...]
     Είμαι εναντίον των σχέσεων με το κράτος και βρίσκομαι σε διαρκή αντιδικία μαζί του. Ποτέ μου δεν πάτησα σε υπουργείο και το καυχιέμαι. Η μόνη μου εξάρτηση από το κράτος είναι η εφορία που με γδέρνει.
     Είμαι εναντίον κάθε ατομικής μας φιλοδοξίας, που μας οδηγεί καθημερινά σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν οι παραγοντίσκοι και τα τσανάκια, φταίει βέβαια το κωλοχανείο, φταίνε όμως κι οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, φταίει προπάντων η δική μας σκαρταδούρα.

Αντιστέκομαι στον πειρασμό να μεταφέρω όλο αυτό το μανιφέστο, τη διακήρυξη αρχών του Χριστιανόπουλου, που όσοι συναναστρεφόμαστε τον ποιητή έχουμε δει πάρα πολλές φορές να επιβεβαιώνεται στην πράξη. Σκέφτομαι βέβαια τον εύκολο αντίλογο: Αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια είδαμε κι ακούσαμε το όνομά του να σχολιάζεται όχι εξαιτίας ενός καινούργιου βιβλίου του αλλά με αφορμή μια συνέντευξή του στην τηλεόραση ή σε κάποια εφημερίδα. Πολλοί τον έψεξαν γι’ αυτό που θεωρούσαν ανακολουθία λόγων και έργων, αναγκάζοντάς τον να μας θυμίσει, το 1993, στο δοκίμιό του Το επ’ εμοί, ότι «καμιά παράβαση δεν αίρει τη σημασία του κανόνα». Σκέφτομαι ότι σε μερικές περιπτώσεις υπερισχύει της αρχής του να μη δίνει συνεντεύξεις η αντίδρασή του στην κοινωνική συμβατικότητα και υποκρισία, που τον κάνει όχι απλώς να μιλάει και να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, αλλά και ―συχνά, δυστυχώς― να υπερβάλλει. «Είμαι, αλήθεια, προκλητικός; Δεν ξέρω. Μ’ αρέσει να προκαλώ τους υποκριτές», μονολογεί, πάλι στο Επ’ εμοί. Έτσι κι αλλιώς, ακόμη και με κάποιες ―ή και πολλές― παραβάσεις των αρχών του, παραμένει ένας ασυμβίβαστος, απρόβλεπτος στις αντιδράσεις του, μη συμβατικός άνθρωπος, θα έλεγα ένας ρεμπέτης της ποίησης, «που έχει φιλότιμο, κιμπαρλίκι, μεράκι και πείσμα για ελεύθερη ζωή», και που τα θεωρεί αυτά «αναπνοή της ψυχής του και [...] ανάγκη της ύπαρξής του, γι’ αυτό παλεύει κάθε μέρα μην τα χάσει» (λόγια δικά του, για το ποιον θεωρεί αυτός «ρεμπέτη», αυτοσχόλια για τους Ρεμπέτες του ντουνιά, που δημοσιεύονται στο Επ’ εμοί).

Ο άνθρωπος που είναι ο Χριστιανόπουλος δεν γινόταν να παρευρίσκεται σε μια εκδήλωση που από τον τίτλο της αναγγέλλει την απόδοση τιμής. Φαντάζομαι πως θα βρισκόταν απόψε μαζί μας αν ήταν βέβαιος πως δεν θα ακουστούν μόνον επαινετικά λόγια, όπως επιβάλλει η κοινωνική μας σύμβαση για τέτοιες περιστάσεις. Επιστρέφω στη συλλογή διηγημάτων Οι ρεμπέτες του ντουνιά. Εκεί περιλαμβάνει στους ρεμπέτες της ζωής του τον Παπαδιαμάντη, μιλώντας γι’ αυτόν διά στόματος Γιάννη Βλαχογιάννη. Θα μεταφέρω εδώ το μικρό αυτό κείμενο του Χριστιανόπουλου, που γράφτηκε θαρρείς για να υποστηρίξει τον προηγούμενο ισχυρισμό μου.

ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗΣ

Όταν αποφασίστηκε να εορτασθεί η φιλολογική εικοσιπενταετηρίδα του Παπαδιαμάντη, ο Παλαμάς μού ζήτησε επίμονα να μπω κι εγώ στην οργανωτική επιτροπή. Όλοι γνωρίζαν πόσο τζαναμπέτης ήτανε ο κυρ-Αλέξανδρος (δεν ήθελε ούτε καν ν’ ακούσει για εορτασμό), κι ήμουν ο μόνος που μπορούσε ίσως να τον καταφέρει. Δέχτηκα, μα με κρύα καρδιά: ο Σκιαθίτης, σκέτο αγριοκάτσικο, δε θα υποχωρούσε ούτε στη φιλία μας. Και πράγματι, σαν το ’μαθε, πολύ του κακοφάνηκε, και μάλιστα μου μήνυσε πως θα μου έκοβε ακόμη και την καλημέρα. Δεν απελπίστηκα· σκέφτηκα πως θα ήτανε καλύτερο να μην τον ερεθίσουμε άλλο, και μοναχά την τελευταία στιγμή να προσπαθήσω να τον απαγάγω και να τον φέρω στην κατάμεστη αίθουσα του «Παρνασσού». Το πράγμα, βέβαια, δεν ήτανε και τόσο απλό, γιατί ο κυρ-Αλέξανδρος ήξερε στην εντέλεια να εξαφανίζεται. Όμως κι εγώ γνώριζα τις κρυψώνες του καλά: σίγουρα θα τον έβρισκα στον κάπελα τον κυρ-Ανέστη Ρέντη, ή στου Αντωνάκη (του δεξιού ιεροψάλτη της Δεξαμενής), ή σ’ έναν συμπατριώτη του Αμαραντίδη. Γι’ αυτό και αισιοδοξούσα. Ούτε στιγμή δε μου πέρασε απ’ το νου πως ο Παπαδιαμάντης, πολύ πιο πονηρός από εμένα, θα φρόντιζε να καταφύγει σ’ έναν τέταρτο (τον άλλο ιεροψάλτη της Δεξαμενής, με τον οποίο δεν σχετίζονταν καθόλου!) και μένα θα με άφηνε να ψάχνω. Έτσι και έγινε. Το ότι βέβαια η τελετή είχε μεγάλη επιτυχία κι ακούστηκαν από πολλούς πολλά εγκώμια, αυτό δεν έχει σημασία. Το θέμα είναι ότι μου την έφερε, και μου ’κοψε από πάνω και την καλημέρα. Έτσι ο κυρ-Αλέξανδρος, για μια φορά ακόμη, απέδειξε πόσο απεχθανονταν τη δόξα και πόσο ήξερε με πείσμα να την αποφεύγει.


Μίλησα ήδη για την αρνητική στάση του Χριστινόπουλου απέναντι στις κοινωνικές συμβάσεις. Έχω στο μυαλό μου πρώτα πρώτα την ατομική μου εμπειρία: στη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση του πρώτου τεύχους του Εντευκτηρίου (Νοέμβριος 1987), παρότι μόλις είχα δηλώσει την πνευματική μου συγγένεια προς τη δική του Διαγώνιο και τις ξεχωριστές μου οφειλές στο πρόσωπό του ―κι ίσως ακριβώς γι’ αυτό―, δεν δίστασε, μετά από ένα πρώτο και σύντομο θετικό σχόλιο, να ξεδιπλώσει μια σειρά από αντιρρήσεις: για το “άπλωμα” του περιοδικού σε χώρους πέραν της λογοτεχνίας, για την καταχώρηση διαφημίσεων, για τη δημοσίευση πολλών φωτογραφιών... Και βέβαια, έχω υπάρξει θεατής και μάρτυς του παθήματος και άλλων, που επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν το όνομα και την παρουσία του για την προβολή του έργου τους: μαζί με τα θετικά, συνήθως έπειτα από ένα μοιραίο αλλά, βλέπουν να αναδύονται σωρός οι επιφυλάξεις του.

Θα έλεγα ότι, από ιδιοσυγκρασία, βρίσκομαι (όπως και πολλοί άλλοι, φαντάζομαι) στον αντίποδα των αντιλήψεών του για τις κοινωνικές σχέσεις: θέλω ―θέλουμε― καλές σχέσεις με τους άλλους, λιγότερους κατά το δυνατόν εχθρούς, κοινωνική αναγνώριση και προβολή του ―όποιου― έργου μας. Αν εξαιρέσω την ανάγκη για αναγνώριση από την κοινωνία ―που ο ίδιος έχει εκφράσει σε μια συνέντευξη που μου έδωσε πριν από δέκα ακριβώς χρόνια―, μπορώ να πω ότι ο Χριστιανόπουλος αδιαφορεί για όλα τα υπόλοιπα· οπωσδήποτε, δεν τα επιδιώκει. Επιπλέον, όσον αφορά τις σχέσεις με ομοτέχνους του, με κριτικούς και ιστορικούς της λογοτεχνίας, και με τους μηχανισμούς δημοσιότητας, ο Χριστιανόπουλος είναι και πάλι μία από τις σπάνιες περιπτώσεις συγγραφέων που έχουν τόσο κακές σχέσεις με ανθρώπους και από τις τρεις αυτές κατηγορίες. Φίλοι συγγραφείς μού έχουν μιλήσει, άλλοτε με παράπονο κι άλλοτε με δυσάρεστη έκπληξη, για την ασυνήθιστη ειλικρίνεια και την οχληρή αιχμηρότητα με την οποία ο ποιητής μας ανταποκρίθηκε κάποτε ―με ένα από τα περίφημα μπιλιέτα του― στην αποστολή εκ μέρους τους ενός βιβλίου ή ενός χειρογράφου. Και στον χώρο των κριτικών, φιλολόγων και μη, οι συμπάθειες προς το πρόσωπό του είναι τόσο σπάνιες, ώστε μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Από τα καθιερωμένα ονόματα που συνεργάζονται με εφημερίδες και που έχουν προβεί σε κριτικές ―τονίζω τη λέξη― αναφορές (όχι σε δευτερεύουσες μνείες ή σε δημοσιογραφικές βιβλιοπαρουσιάσεις) για την ποίησή του, φοβάμαι πως το τελευταίο που έχει υποπέσει στην αντίληψή μου είναι του Δ. Ν. Μαρωνίτη στο Βήμα το 1977, σε μια σειρά επιφυλλίδων για την «επαρχιακή λογοτεχνία». Τέλος, επειδή συγκεντρώνω επιμελώς για το αρχείο μου σχεδόν κάθε δημοσίευμα που αναφέρεται στον Χριστιανόπουλο, μπορώ να μαρτυρήσω πως επί χρόνια κάθε καινούργιο βιβλίο του αλλά και κάθε νέο τεύχος της Διαγωνίου, όπως και οι ανά δύο εβδομάδες εκθέσεις στη Μικρή Πινακοθήκη «Διαγώνιος», προσέκρουαν σταθερά σε ένα τείχος σιωπής των εφημερίδων και των περιοδικών ποικίλης ύλης, τείχος που έσπαγε μόνο και μόνο για να φιλοξενηθούν συνεντεύξεις του, από τις οποίες αντλούνταν με σκανδαλοθηρικό τρόπο προκλητικές θέσεις και σχόλιά του για πρόσωπα και καταστάσεις ― σχόλια και απόψεις που θα τροφοδοτούσαν τις επόμενες ημέρες τις στήλες των καλλιτεχνικών σελίδων, και όχι μόνον αυτών.

Αυτή η αντισυμβατική (και πάντως όχι αντικοινωνική) συμπεριφορά του δεν νομίζω πως είναι εντελώς άσχετη με τη στάση της κοινωνίας απέναντί του για ολόκληρες δεκαετίες, θα έλεγα μέχρις ότου άρχισε να δημοσιεύει, εκτός από ποίηση και πεζογραφία, τους καρπούς των χρόνιων ερευνών του για την πνευματική ιστορία της Θεσσαλονίκης, από την τουρκοκρατία και ώς τις μέρες μας.

Θα ήθελα πάντως να κάνω μια καίρια, κατά τη γνώμη μου, επισήμανση: ο Χριστιανόπουλος είναι όσο λίγοι συγγραφείς παρών, με τον δικό του πάντοτε τρόπο, στην πνευματική ―με την ευρύτερή της έννοια― ζωή της Θεσσαλονίκης. Παρών και συμπαραστάτης όπου νομίζει πως πρέπει και μπορεί να προσθέσει τη φωνή του εναντίον της αυθαιρεσίας και της καταπίεσης: στην επαπειλούμενη κατάχωση του αρχαίου θεάτρου της οδού Απελλού, στην καταστροφή των αρχαιοτήτων της πλατείας Διοικητηρίου, στην απόπειρα να μετατραπούν οι Φυλακές Επταπυργίου σε χώρο για καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, στη μετατροπή της Ροτόντας σε ναό, στις εκδηλώσεις της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της «Ευρώπης» (είχε αντιπροτείνει τα χρήματα, αντί να ξοδευτούν σε εκδηλώσεις, να διατεθούν για τη δημιουργία πτωχοκομείου και ξενώνα για αστέγους) ― για να αναφερθώ σε μερικές μόνο πρόσφατες περιπτώσεις πνευματικής και κοινωνικής εγρήγορσης.


Η σχέση μαθητείας

Ένα άλλο χαρακτηριστικό του είναι η σχέση μαθητείας που καλλιεργεί με τους άλλους ―κυρίως φυσικά με τους νεότερους που τον συναναστρέφονται, αλλά όχι μόνο με αυτούς―, καθώς και μια διάθεση γενναιόδωρης προσφοράς, που εξαιρετικά σπάνια τη συναντά κανείς σήμερα. Σε μια εποχή άκρατης ιδιοτέλειας και ατομικισμού, είναι ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που γνωρίζω να έχουν διαθέσει τόσο χρόνο για να διαβάσουν και να συζητήσουν κείμενα άλλων, χειρόγραφα αλλά και τυπωμένα, συχνά μάλιστα εφιαλτικά πρωτόλεια, εις βάρος και του δικού του έργου αλλά και του λεγόμενου ελεύθερου χρόνου του. Και επειδή ο ποιητής, όπως γράφει ο Κάρολος Τσίζεκ σ’ ένα κείμενό του (περιλαμβάνεται στο βιβλίο της Ελένης Μ. Λαζαρίδου Ντίνος Χριστιανόπουλος: Μικρό πορτραίτο) «δεν συνηθίζει να μασάει τα λόγια του από φόβο μήπως σε δυσαρεστήσει όταν η γνώμη του είναι αρνητική», εισπράττει επιθέσεις, εχθρότητα και ασυγκάλυπτη πολεμική, που διαρκεί χρόνια και χρόνια. Αυτό συμβαίνει κυρίως όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με νεανική έπαρση και αυτοθαυμασμό, αλλά δυστυχώς όχι μόνο τότε, γιατί δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις συγγραφέων και καλλιτεχνών που ευεργετήθηκαν από αυτόν και ήρθαν σε ρήξη μαζί του όταν εξέφρασε επιφυλάξεις ή και αντιρρήσεις για πτυχές του έργου τους.

Καταφεύγω ξανά στον νηφάλιο λόγο του Τσίζεκ: «Σχεδόν πάντα ο Ντίνος ασχολείται σοβαρά με την περίπτωσή τους [: των νέων καλλιτεχνών] κι εκφράζει τη γνώμη του ελεύθερος από κοινωνικές συμβατικότητες. Ένα πράγμα στο οποίο με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο είναι ότι δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από το να αφιερώνεις τη ζωή σου σε κάτι για το οποίο δεν είσαι προικισμένος. Και αυτό, καλό είναι να το ξεκαθαρίσεις από την αρχή. Επιπλέον, οι σημερινοί νέοι και, μεταξύ αυτών, οι καλλιτέχνες, έχουν ξεμάθει να διδάσκονται και αρνούνται να μαθητεύσουν».

Για όσους πάντως ήθελαν να ακούσουν και να μαθητεύσουν, το γραφείο του είτε στη Στρατηγού Καλλάρη 3 είτε στη Μητροπόλεως 19, ήταν πάντα ένας χώρος φιλόξενος και ανοιχτός, που δεχόταν καθημερινά, χωρίς ραντεβού, φίλους, συνεργάτες και αγνώστους, και λειτουργούσε σαν εντευκτήριο του περιοδικού, των εκδόσεων και της Μικρής Πινακοθήκης. Είμαι σε θέση να ξέρω ότι πολλά βιβλία, λογοτεχνικά αλλά και εκτενείς μελέτες και πάσης φύσεως εκδόσεις έχουν δεχτεί την ευεργετική ματιά και την αυστηρή διόρθωση του Χριστιανόπουλου, δωρεάν αλλά και πολλές φορές χωρίς αυτή η συνεισφορά να αναφέρεται έστω στα εκδοτικά στοιχεία τους. Και τέλος, χαίρομαι να θυμίσω τρεις τουλάχιστον περιπτώσεις όπου αυτή η σχέση μαθητείας απέδωσε συγκεκριμένους καρπούς και οδήγησε τρεις εντελώς διαφορετικούς μεταξύ τους ανθρώπους, φίλους του, σε ομόλογες μεταξύ τους δραστηριότητες: Έχω στον νου μου τον ποιητή Τάσο Κόρφη, που εξέδωσε στην Αθήνα το περιοδικό Ανακύκληση, ίδρυσε τις Εκδόσεις Πρόσπερος και δημιούργησε τη Μικρή Πινακοθήκη του Πρόσπερου. Με σειρά χρονική, ακολουθεί το Εντευκτήριο, οι Εκδόσεις Εντευκτηρίου και ο χώρος εκδηλώσεων «Underground Εντευκτήριο» στη Θεσσαλονίκη. Και τέλος, στην Παιανία Αττικής, οι Εκδόσεις Μπιλιέτο του Βασίλη Δημητράκου, που συμπληρώνονται από το περιοδικό Τα Οκτασέλιδα του Μπιλιέτου και την Πινακοθήκη του Μπιλιέτου.

Σε ό,τι με αφορά προσωπικά: ο Χριστιανόπουλος ήταν εκείνος που επίμονα με παρότρυνε να εγκαταλείψω τη δημοσιογραφία και να στραφώ σε ποιοτικότερα γραψίματα (μέχρι και το 2009, οπότε σταμάτησα, μετά από τριάντα χρόνια, τις εκπομπές μου στο ραδιόφωνο, δεν έπαψε να μου λέει ότι “ξοδεύομαι” σ’ αυτό)· ήταν επίσης αυτός που πρώτος διάβασε με αυστηρή προσοχή τις πεζογραφικές μου δοκιμές (αφού είχε αποδοκιμάσει ρητά τις ποιητικές μου ασκήσεις) και μου άνοιξε τον δρόμο για να μάθω να “ξανακοιτάζω” χωρίς συναισθηματισμό τα λογοτεχνικά μου γραψίματα, αυτά που αργότερα στέγασε φιλόξενα στο περιοδικό του· ο ίδιος μου έμαθε την “τέχνη” των διορθώσεων και της επιμέλειας κειμένων και εκδόσεων. Μιλώντας μου, σε αναρίθμητες συναντήσεις, διάσπαρτες στα χρόνια, για τη Διαγώνιο και τον τρόπο με τον οποίο οργάνωνε την ύλη της, ουσιαστικά μου μετέδωσε το μικρόβιο της “περιοδικομανίας” κι ίσως ίσως μου υπέβαλε την ιδέα να ακολουθήσω τα χνάρια του. Του αναγνωρίζω επίσης ότι σε όλη την περίοδο που “έστηνα” το Εντευκτήριο, αλλά και μετά την έκδοσή του, είχε πάντα κάποια σχόλια να διατυπώσει για κάθε τεύχος (για άλλα κείμενα θετικά, για άλλα επιφυλακτικά ή και αρνητικά), χωρίς όμως ποτέ να με κάνει να αισθανθώ ή να σκεφτώ ότι προσπαθεί να με κατευθύνει ή να με χειραγωγήσει. Δεν θα ξεχάσω επίσης ποτέ πως από τις πρώτες συνδρομές στο περιοδικό ήταν η δική του. Όσο ήταν για μένα φυσικό να μη δεχτώ να κρατήσω τα χρήματα, άλλο τόσο ήταν φυσικό για κείνον να επιμείνει, λέγοντάς μου: «Άλλο η φιλία, άλλο το περιοδικό. Η συνδρομή μου είναι για συμπαράσταση και υποστήριξη».

Θα αναρωτηθεί ίσως κανείς αν αυτή η σχεδόν τριανταπεντάχρονη σχέση υπήρξε αδιατάρακτη. Για να είμαι απολύτως ειλικρινής: όχι. Μέσα στην αυστηρότητά του προς τους πάντες αλλά και την τάση του, συχνά, να εντυπωσιάζει τους συνομιλητές του με όσα λέει, μερικές φορές υπήρξε άδικος ―και― μαζί μου. Όμως, τέτοιες καταστάσεις είναι ίσως αναπόφευκτες στη διάρκεια μιας τόσο μακρόχρονης όσο και στενής πνευματικής σχέσης. Οπωσδήποτε, η ευγνωμοσύνη μου για όσα μου έμαθε είναι τεράστια, ανεξόφλητη και φυσικά δεν γίνεται να παραγραφεί ή να σκιαστεί μακροπρόθεσμα εξαιτίας λιγότερο ή περισσότερο σοβαρών παρεξηγήσεων. Γι’ αυτό και, εκ μέρους ―φαντάζομαι― όλων των κάποτε νέων που αξιώθηκαν τη γνωριμία και την προσοχή του, θέλω και δημόσια να του πω: «Κύριε Χριστιανόπουλε, Ντίνο, σ’ ευχαριστούμε για τον χρόνο που μας διέθεσες, για την αγάπη με την οποία μας περιέβαλες και για την αυστηρότητα με την οποία μας προφύλαξες από ολισθήματα και λάθη».

[1997]


Το περιοδικό Εντευκτήριο δημοσίευσε, 
στο τεύχος 95, μεγάλο αφιέρωμα 
(170 σελίδες) στον Ντίνο Χριστιανόπουλο.

Όσοι ενδιαφέρονται να το αποκτήσουν, 
μπορούν να το παραγγείλουν 
με e-mail στη διεύθυνση entefkti@otenet.gr 
ή τηλεφωνώντας στο 2310279607. 
Αποστέλλεται με αντικαταβολή 12,50 ευρώ 
(περιλαμβάνονται και τα ταχυδρομικά).




Τα περιεχόμενα του αφιερώματος:

Ντίνος Χριστιανόπουλος  Λεβεντόγερος (ποίημα)

Γιώργος Κορδομενίδης  Χρονολόγιο Ντίνου Χριστιανόπουλου. Ένα πρώτο σχεδίασμα

Mαρία Ιατρού  Ντίνου Χριστιανόπουλου έπαινος

Χρήστος Καββαδάς  Σημειώσεις για την ποίηση του Ντίνου Χριστιανόπουλου

Γιώργος Χ. Θεοχάρης Όταν το βίωμα γίνεται ποίημα πριν γραφεί

Roberto Capel Badino Η αλήθεια για τον έρωτα. Ποιητικές διαδρομές του Ντίνου
           Χριστιανόπουλου. Μετάφραση: Τέλης Πολυχρονιάδης

Crescenzio Sangiglio  Nτίνος Χριστιανόπουλος. Μετάφραση: Κάρολος Τσίζεκ, Crescenzio
           Sangiglio

Δημήτρης Κόκορης  Η πολιτική αίσθηση ως προσωπικό βίωμα: Από τη «Βιογραφία» στις
           «Θερμοπύλες»

Περικλής Σφυρίδης  Ο Χριστιανόπουλος είναι και θα παραμείνει ερωτικός ποιητής

Νίκος Δαββέτας  Ντίνος Χριστιανόπουλος: Είναι μόνο ερωτικός ποιητής;

Τάσος Καλούτσας  Η προσέγγιση ενός σημαντικού λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού έργου

Παναγιώτης Σ. Πίστας  Σημειώσεις στο περιθώριο του έργου του Ντίνου Χριστιανόπουλου

Θανάσης Μαρκόπουλος  Οι δρόμοι του σώματος στην Κάτω βόλτα του Ντίνου
             Χριστιανόπουλου

Κωνσταντίνος Ν. Πλαστήρας  Ντίνος Χριστιανόπουλος: Βιβλιογράφος και μελετητής
             των ελληνικών εκδόσεων της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας

Δημήτρης Κόκορης   Ντίνος Χριστιανόπουλος: Από τη λογοτεχνική κριτική στη φιλολογική
             μελέτη

Σωτηρία Σταυρακοπούλου  Ο Χριστιανόπουλος, η λαϊκή μας παράδοση και ο Καραγκιόζης

Δημήτρης Χουλιαράκης  Ο μεταφραστής Χριστιανόπουλος

Άρις Γεωργίου  Ντίνος Χριστιανόπουλος

Νίκος Καρατζάς  Ένα ταξίδι με τον Ντίνο

Μαρία Κέντρου-Αγαθοπούλου  Η επαφή μου με τον Ντίνο Χριστιανόπουλο

Γιώργος Κορδομενίδης  Σχέση διά βίου μαθητείας

Θωμάς Κοροβίνης  Μια βόλτα με τον Χριστιανόπουλο

Μαρία Κουγιουμτζή  Μας καθορίζουν αυτοί που μας αγγίζουν. Παράλληλες σκέψεις,
             συνειρμοί και λοξοδρομήσεις

Ηλίας Κουτσούκος  Ο Χριστιανόπουλος των εικόνων μου

Γιώργος Σκαμπαρδώνης  Ήμουνα στη γη βελόνι (Σημειώσεις για τον Ντίνο
             Χριστιανόπουλο)

Βάνα Χαραλαμπίδου  Μια ζωή «με τέχνη και με πάθος»

Γιώργος Χρονάς  Ο έρωτας στα ποιήματα του Ντίνου Χριστιανόπουλου

Από το αρχείο του Ντίνου Χριστιανόπουλου (επιλογή επιστολογραφίας)





Τι θα έκανες αν κάποιος δεχόταν ρατσιστική επίθεση μπροστά σου; (ελληνικό βίντεο)



πηγή: http://news247.gr

Κοινωνικό Πείραμα της ActionAid στέλνει ηχηρό μήνυμα κατά του ρατσισμού. Αλήθεια, τι κάνουμε όταν ένας άνθρωπος έχει δεχτεί ρατσιστική επίθεση;


Η ActionAid, συνεχίζοντας την εκστρατεία της κατά του ρατσισμού, πραγματοποιεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα ένα κοινωνικό πείραμα.

Τι κάνουμε όταν ένας άνθρωπος δέχεται ρατσιστική επίθεση;

Σε αυτό το ερώτημα απαντάει το νέο βίντεο της διεθνούς οργάνωσης.

Στις 20 Φεβρουαρίου, η ActionAid πραγματοποίησε ένα κοινωνικό πείραμα στο κέντρο της Αθήνας σε 2 στάσεις λεωφορείου (Συγγρού Φιξ), με θέμα το ρατσισμό. Δύο ηθοποιοί, ο ένας από το Μπαγκλαντές κι ο άλλος από την Ελλάδα, προσποιήθηκαν μια σκηνή φραστικής ρατσιστικής επίθεσης. Οι κάμερες κατέγραψαν τις αληθινές αντιδράσεις των ανθρώπων που περίμεναν το λεωφορείο.

Στο περιστατικό ο ηθοποιός από το Μπαγκλαντές κάθεται στο παγκάκι της στάσης και ο ηθοποιός από την Ελλάδα ενοχλείται και του επιτίθεται φραστικά. Περισσότερα από 200 άτομα παρακολούθησαν τη σκηνή, η οποία επαναλήφθηκε 22 φορές σε 8 ώρες μπροστά σε διαφορετικούς κάθε φορά παρευρισκομένους.

Τα αποτελέσματα μπορούν να χαρακτηριστούν αισιόδοξα: 4 φορές ο κόσμος αδιαφόρησε, 2 φορές τάχθηκε υπέρ της ρατσιστικής συμπεριφοράς, αλλά 15 φορές ο κόσμος στη στάση υπερασπίστηκε τον άνθρωπο που δέχτηκε τη ρατσιστική επίθεση και μια φορά παρατηρήθηκαν συγχρόνως οι δύο αντιδράσεις.




Μαζί, είμαστε δυνατότεροι απέναντι στο ρατσισμό, ας πάρουμε όλοι θέση.

«Ο ρατσισμός ξεκινάει από εμάς και τελειώνει από εμάς. Ο καθένας μας και όλοι μαζί πρέπει να σταθούμε απέναντι στα ρατσιστικά φαινόμενα και να σταθούμε δίπλα στους ανθρώπους που τον υφίστανται. Σε όλες τις δράσεις της ActionAid, η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί τον κύριο πυλώνα της δουλειάς μας. Για περισσότερα από 40 χρόνια είμαστε υπέρ των πιο φτωχών και περιθωριοποιημένων ανθρώπων, των ανθρώπων που υφίστανται διακρίσεις. Ενώνουμε τη φωνή μας μαζί τους. Δεν θα μπορούσαμε να σιωπήσουμε μπροστά στα φαινόμενα ρατσισμού στη χώρα μας» δήλωσε ο Γεράσιμος Κουβαράς, Γενικός Διευθυντής της ActionAid Ελλάς.


 

19.3.15

Ο χρόνος που τελειώνει



του Γιώργου Τούλα

πηγή: http://www.parallaximag.gr

Είκοσι Μαρτίου. Στην τελική για το Πάσχα. Τα μαγαζιά έχουν ακόμα χειμωνιάτικα ρούχα και ταμπέλες που γράφουν δεκαήμερο προσφορών. Δεν μπαίνει άνθρωπος. Έχω φίλους που δουλεύουν σε οργανισμούς και είναι απλήρωτοι τρεις, τέσσερις μήνες. Μουσεία, θέατρα, νοσοκομεία τώρα πια. Όσοι άνοιξαν δουλειές βασιζόμενοι στα ΕΣΠΑ είναι στα όρια της απόγνωσης. Δεν αποταμιεύεται ευρώ εδώ και ένα εξάμηνο. Παγωνιά. Στο λιμάνι, μου λέει ένας φίλος που είναι στις μεταφορές, βλέπουν τα κοντέινερ να λιγοστεύουν βδομάδα με τη βδομάδα. Τα τριακόσια έγιναν εκατό και έχει και παρακάτω. Κανείς δεν εξάγει. Κανείς δεν εισάγει. Και στις δυο περιπτώσεις απαιτούνται κεφάλαια μπροστά πια από το εξωτερικό. Προκαταβολές για τον φόβο των Ιουδαίων. Οι οποίες δεν υπάρχουν. Από το τέλος Φεβρουαρίου μέχρι σήμερα, στον δρόμο που κάνω κάθε πρωί από το σπίτι μου μέχρι το ραδιόφωνο, μέτρησα δώδεκα ακόμα μαγαζιά που άδειασαν. Δώδεκα νέα λουκέτα. Και μόλις ένα opening. Μπορείτε να φανταστείτε τι είναι: Καφέ, για να περνούν την ώρα τους οι άνεργοι. Τρίτη βράδυ στο κέντρο. Απόκοσμη ερημιά. Όσα εστιατόρια είναι ανοιχτά γιορτάζουν τη μοναξιά της στρωμένης χαρτοπετσέτας. Κλείνουν νωρίς, βυθίζοντας στο σκοτάδι τα κτίρια. Έξω από τον Χόντο στον πεζόδρομο της Αριστοτέλους κοιμάται ένας άνδρας γύρω στα πενήντα πέντε. Κρύβει το πρόσωπο του με τα χέρια. Έξω από το ΜΙΕΤ στην Τσιμισκή μια γυναίκα. Γύρω στα εξήντα και αυτή. Κανείς από τους δύο δεν ζητιανεύει. Απλά, κοιμούνται στο πεζοδρόμιο. Στο δημοτικό πάρκινγκ κάτω από τη Ρωμαϊκή Αγορά υπάρχουν πια πολλές άδειες θέσεις τα μεσημέρια. Το πάρκινγκ είναι γεμάτο από ανθρώπους σε απόγνωση. Πολλοί από αυτούς μετανάστες, που ήρθαν πριν από δέκα, δεκαπέντε, είκοσι χρόνια από πρώην σοβιετικές χώρες και δούλευαν σε οικοδομές και σήμερα περνούν τη μέρα τους σε αυτό το πάρκινγκ, υποδυόμενοι τους παρκαδόρους σε ένα ελεύθερο πάρκινγκ γεμάτο άδειες θέσεις. Στα πεζούλια του αργά το μεσημέρι υπάρχουν αφημένα άδεια μπουκάλια με φθηνό χύμα τσίπουρο. Σας παρακαλώ, μου είπε χθες ένας κύριος στην ηλικία μου, έχω τρία παιδιά. Δεν το έχω ξανακάνει ποτέ να κατέβω εδώ. Χρειάζομαι βοήθεια. Έκλαιγε.

Το κράτος έχει παγώσει. Η αγορά έχει παγώσει. Από τη μέρα που προκηρύχτηκαν οι εκλογές μέχρι σήμερα πάγωσε ο χρόνος. Οι ηλικιωμένοι σταμάτησαν να χρηματοδοτούν τις φαμίλιες των παιδιών τους, κρατούν, λέει,  τα μικρά τους αποθέματα για τη μέρα που δεν θα πληρωθούν συντάξεις. Οι εβδομάδες περνούν απελπιστικά ίδιες. Με τελεσίγραφα, συσκέψεις, διασκέψεις eurogroups, αναμονή. Το οξυγόνο της χώρας τελειώνει. Είναι φανερό πια πως το δημόσιο χρήμα έχει δεσμευτεί όλο για τις δόσεις. Το νοσοκομείο Παπαγεωργίου, λέει,  κινδυνεύει με λουκέτο.  Στη Φλώρινα ασθενείς έδειραν γιατρούς και νοσοκόμες. Στο Ιπποκράτειο υπάρχουν 3 εργαζόμενοι για 30 χιλιάδες ραντεβού. Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ετοιμάζεται να κλείσει. Η πασχαλινή αγορά δεν μοιάζει με κανέναν παλαιότερο εαυτό της. Ακόμα και πολυεθνικές σταμάτησαν να διαφημίζονται γιατί απλά φοβούνται. Είναι είκοσι Μαρτίου. Στην καρδιά μιας άνοιξης που δεν θα έρθει ποτέ. Το θερμόμετρο δείχνει έξι βαθμούς και στην τηλεόραση μιλούν εδώ και ώρες για το δάχτυλο του Βαρουφάκη. Η μποτίλια αδειάζει. Σε λίγο θα χρειαστεί ο απινιδωτής. Ευθεία γραμμή.

Η σιωπή στην Αμάρυνθο σπάει από τις κραυγές των γυναικών



πηγή: http://tvxs.gr


Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά, το Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων Χαλκίδας έκρινε παμψηφεί αθώους τους τέσσερις κατηγορούμενους για τον  βιασμό της 15χρονης μαθήτριας το 2006, στο Λύκειο της Αμαρύνθου, στην Εύβοια, την περίοδο των μαθητικών καταλήψεων. Όπως αποφάσισε το δικαστήριο, οι κατηγορούμενοι «ασέλγησαν μεν εις βάρος της κοπέλας, ωστόσο αυτό έγινε με τη θέληση της παθούσης». Η απόφαση του δικαστηρίου προκάλεσε την κατάρρευση της 19χρονης, πλέον, εντός του δικαστηρίου αλλά και την άμεση αντίδραση γυναικείων οργανώσεων.


Μάλιστα, η 19χρονη θα πρέπει τώρα να αντιμετωπίσει και πάλι τους κατοίκους της Αμαρύνθου, καθώς εναντίον της εκκρεμούν μηνύσεις για ψευδορκία, ψευδή ανωμοτί κατάθεση, ψευδή καταμήνυση, παραπλάνηση σε ψευδορκία και συκοφαντική δυσφήμηση εναντίον των τεσσάρων πρώην συμμαθητών της.

Το ιστορικό...

Το 2006, η Αμάρυνθος, μία κωμόπολη της Εύβοιας, έστρεψε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης πάνω της όταν μία 15χρονη μαθήτρια από τη Βουλγαρία, συνοδευόμενη από τη μητέρα της, προσήλθε στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής και κατήγγειλε το βιασμό της από τέσσερις συμμαθητές της.

Στην κατάθεσή της ανέφερε: «Ήμουν στην αίθουσα με τον Τ. Μου ζήτησε ομαδικό σεξ. Πήγα να φύγω από την αίθουσα και τότε μπήκαν και οι άλλοι κατηγορούμενοι. Ο Τ. με άρπαξε από το χέρι και με κόλλησε στον τοίχο. Ορμήσανε όλοι πάνω μου, με χάιδευαν σε όλο μου το σώμα. Εγώ προσπαθούσα να αντιδράσω. Με χτυπούσαν με σφαλιάρες. Κατόρθωσα και έφυγα κλαίγοντας. Πήγα στις τουαλέτες για να μείνω μόνη μου. Μετά από λίγο, με ακολούθησαν στην τουαλέτα. Ο Τ. με είδε να κλαίω γονατιστή και έπεσε πάνω μου γυμνός. Με πίεσε και εγώ υπέκυψα. Ήμουν πια σαν νεκρή. Στη συνέχεια, μπήκαν μέσα στην τουαλέτα και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι. Με ανέβασαν στον νιπτήρα. Μου κράτησαν τα χέρια και τα πόδια και ο Κ. με βίασε μέχρι που εκσπερμάτωσε. Όλοι μαζί χοροπηδούσαν σαν νικητές», είχε δηλώσει στην κατάθεσή της.

Το περιστατικό βιντεοσκοπούσαν με το κινητό τους τρεις μαθήτριες, ωστόσο τα βίντεο «χάθηκαν» από τα κινητά των κοριτσιών και δεν έφτασε ποτέ ως στοιχείο στην υπόθεση. Σημειώνεται ότι οι δύο κοπέλες ήταν κατηγορούμενες για συνέργεια.

Η τοπική κοινωνία στράφηκε κατά της μαθήτριας, καταγγέλλοντας την για «ψευδομαρτυρία». Μερικά αποσπάσματα του ρεπορτάζ της Δήμητρας Κρουστάλλη για την εφημερίδα το Βήμα, το 2006, δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε το γεγονός η τοπική κοινωνία και οι μαθητές του λυκείου της περιοχής.

«Τους έθιγε συνέχεια τον ανδρισμό τους. Τι θέλατε να κάνουν τα παιδιά;» λέει ένας νεαρός από τη στενή παρέα των τεσσάρων. «Τι σημαίνει τους έθιγε τον ανδρισμό τους;» ρωτώ (δημοσιογράφος Δ. Κρουσταλλη). «Να, τους έλεγε ότι δεν ξέρουν τίποτα από σεξ, τους προκαλούσε» [...] «Αν σταματήσετε εσείς οι δημοσιογράφοι, τα παιδιά θα γυρίσουν στο σχολείο τους. Κι αν έγινε βιασμός, δεν πειράζει. Μικρά είναι, θα ξεχάσουν» λέει ένας 65χρονος έμπορος στον παραλιακό δρόμο του χωριού.
«Τι περιμένατε να κάνει η κόρη με το ποιον της μητέρας! Από ό,τι γονείς βγεις τέτοιος θα γίνεις!» δηλώνει κατηγορηματικά μια κοπέλα και όλοι γύρω ―αγόρια και κορίτσια― συμφωνούν και υπερθεματίζουν. «Ακουσα ότι η μάνα δούλευε σε μπαρ στην Ερέτρια. Και εγώ τώρα το έμαθα...» μου ψιθυρίζει εμπιστευτικά ένας γεροδεμένος νεαρός με ύφος Πουαρό. «Ο πατέρας της στη Βουλγαρία είναι τζογαδόρος, πίνει, και τον κυνηγάει η μισή Ιντερπόλ. «Για τα αγόρια και τους γονείς τους δεν ισχύει το ίδιο;» επιμένω. «Ααα... Εσείς δεν καταλαβαίνετε τίποτα! Τα αγόρια είναι πολύ καλά παιδιά, φοβερά άτομα, από τις καλύτερες οικογένειες. Καμία σύγκριση. Βρεθήκανε μπλεγμένοι χωρίς να το καταλάβουν» συμπληρώνει ένας ακόμη μάρτυρας υπεράσπισης.

Σημειώνεται ότι οι τέσσερις κατηγορούμενοι προέρχονται από γνωστές οικογένειες του χωριού. Εκτός από τον γιο των καθηγητών, υπάρχει ένας γιος αστυνομικού και δύο γιοι εργατών.

Οι δύο γυναίκες, μητέρα και κόρη, έφυγαν για πάντα από την Αμάρυνθο και την Εύβοια, και κατέβηκαν στην Αθήνα, όπου η μαθήτρια ολοκλήρωσε το Λύκειο σε ιδιωτικό σχολείο.

«Το Δικαστήριο δεν βρήκε την αλήθεια»

Η δικαστική απόφαση προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση πλήθους οργανώσεων. Στην επιστολή, την οποία υπογράφουν οι οργανώσεις Παγκόσμια Πορεία Γυναικών, Φεμινιστικό Κέντρο Αθήνας, Κέντρο Έρευνας και Δράσης για την Ειρήνη, Κίνηση Δημοκρατικών Γυναικών, Γυναικεία Ομάδα Αυτοάμυνας, Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης, Πολιτικός Σύνδεσμος Γυναικών, Ομάδα Γυναικών ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, Ομάδα φύλου Νεολαίας ΣΥΝ, Δίκτυο Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ, Τομέας Γυναικών ΠΑΣΟΚ, Θεματική Ομάδα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Οικολόγων Πρασίνων, αναφέρεται:

«Oργή και θλίψη μας προκάλεσε η αθωωτική απόφαση του δικαστηρίου για την υπόθεση της Αμαρύνθου. Ήταν τον Οκτώβριο του 2006, που η ανήλικη αλλοδαπή μαθήτρια είχε καταγγείλει τον ομαδικό βιασμό της από 4 συμμαθητές της, ενώ 3 συμμαθήτριες βιντεοσκοπούσαν το «κατόρθωμά» τους.

Τριάμισι χρόνια αργότερα, η υπόθεση αναβίωσε στο δικαστήριο, αλλά για εμάς είναι φανερό ότι δεν έγινε δυνατόν να βγεί στο φως η αλήθεια. Κατά τη διαδικασία κατέθεσαν περίπου 40 μάρτυρες υπέρ των κατηγορουμένων, μεταξύ των οποίων και εκπαιδευτικοί, ενώ από την πλευρά της καταγγέλλουσας δεν υπήρξε κανείς και καμία μάρτυρας, εκτός βέβαια της μητέρας της. Και μάλιστα, το δικαστήριο δεν δέχθηκε καν να υποβληθεί το πόρισμα της εξέτασης της καταγγέλλουσας από εγκεκριμένη κλινική ψυχολογίας, διαπιστευμένη με διεθνή στάνταρ. Οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι και κατηγορούμενες ανέφεραν σημεία και τέρατα εναντίον της, σε βαθμό πραγματικού βασανιστηρίου (που το δικαστήριο δεν απέτρεψε) ενώ μέσα στην αίθουσα κυριαρχούσαν συνθήκες κατατρομοκράτησης, ώστε να μην τολμήσει κανένας και καμία να προσέλθει ως μάρτυρας για να καταθέσει,  αντικρούοντας τις αδιανόητες κατηγορίες.
Τις προηγούμενες από τη δίκη ημέρες, κάποιες και κάποιοι από τους κατηγορούμενους είχαν δώσει και συνεντεύξεις για τη δημιουργία κατάλληλου κλίματος, ενώ είχαν φροντίσει, από την πρώτη ημέρα της καταγγελίας κιόλας, να εξαφανιστεί το βίντεο.
Στη σύγχρονη ξενοφοβική και ρατσιστική Ελλάδα είναι προφανές ότι κυριάρχησε το κλίμα να «προστατεύσουμε τα δικά μας παιδιά έναντι της ξένης».

Στη σύγχρονη σεξιστική Ελλάδα εξακολουθεί να κυριαρχεί η άποψη ότι το θύμα του βιασμού «τα ήθελε», ότι ο βιασμός δεν είναι ξένος προς τη «γυναικεία φύση», και υπάρχουν δυστυχώς πολλές σχετικές αποδείξεις και από άλλες καταγγελίες βιασμών που εκδικάζονται δικαστήρια. Η μικρή μαθήτρια από τη Βουλγαρία τιμωρείται για το πολλαπλό έγκλημά της: 1) είναι φτωχή (είναι γνωστό ότι ήταν εργαζόμενη και παράλληλα αριστούχα μαθήτρια) 2) είναι ξένη και 3) είναι γυναίκα. Την καθορίζει, δηλαδή, «διαφορετικότητα» τάξης, φυλής και φύλου, και παρ’ όλα αυτά τολμά να καταγγείλει ότι έπεσε θύμα βιασμού. Το ότι το θύμα κατέληξε αιμόφυρτο στο νοσοκομείο δεν φαίνεται να αξιολογείται από τους κρίνοντες και να αίρει κάθε ένοια «συναίνεσής» της στην «ασέλγεια» που διαπράχθηκε σε βάρος της.

Υπενθυμίζουμε ότι 11 γυναικείες συλλογικότητες είχαν οργανώσει διαδήλωση στην Αμάρυνθο στις 4-11-2006, στην οποία είχαν συμμετάσχει εκατοντάδες γυναίκες και είχε δοθεί μεγάλη δημοσιότητα. Δυστυχώς, επιβεβαιώθηκε το χειρότερο σενάριο, όπως αναφερόταν και στην τότε ανακοίνωση: «Επειδή δεν ξεχνούμε ότι ο βιασμός μπορεί να συμβεί σε κάθε γυναίκα, νέα ή μεσήλικη ή ακόμα και υπερήλικη, το πρωί ή το βράδυ, σε πολυσύχναστες ή ερημικές περιοχές, συχνότερα μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Η εποχή που, όταν η γυναίκα που έπεφτε θύμα βιασμού, έπρεπε να δικαστεί και να καταδικαστεί από την κοινωνία και καμιά φορά και από τα δικαστήρια σαν να ήταν η ίδια ένοχη, πρέπει να πάψει να αναβιώνει, πρέπει να μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας».

Επίσης υπενθυμίζουμε ότι υπήρξε ευρύτατη συμπαράσταση από πολύ περισσότερους φορείς, καθώς και από θεσμικά πρόσωπα. Η επιτροπή αλληλεγγύης που είχε σχηματισθεί τότε, φρόντισε για την κάλυψη των πολύπλευρων αναγκών που δημιούργησε η δίωξη και ο εξοβελισμός της νεαρής μαθήτριας και της μητέρας της, για κατοικία, δουλειά και σχολείο.

Σήμερα, μετά από τριάμισι χρόνια, οι καθηγητές και ο διευθυντής γνωστού ιδιωτικού σχολείου το οποίο της έδωσε υποτροφία και απ’ όπου αποφοίτησε, διαβεβαιώνουν τόσο για τις επιδόσεις της όσο και για το άμεμπτο ήθος της σε όλη τη διάρκεια της φοίτησής της.
Πιστεύουμε ότι η αντιμετώπιση της υπόθεσης Αμαρύνθου εντάσσεται στο κλίμα συγκάλυψης της βίας κατά των γυναικών και της κατίσχυσης της οικογενειακής ή κοινωνικής (στην προκειμένη περίπτωση) «συνοχής» έναντι του δικαιώματος των γυναικών για αυτονομία του σώματος και σεβασμό της αξιοπρέπειας, και αναβιώνει επικυρώνοντας το πατριαρχικό δικαίωμα για τον έλεγχο του σώματος των γυναικών.

Επαναβεβαιώνουμε σήμερα την αλληλεγγύη μας προς την νεαρή, ενήλικη πλέον, παθούσα και καταγγέλλουσα, και ζητούμε την αποδοχή του αιτήματός της για έφεση της εκδοθείσας απόφασης».

Υπενθυμίζεται ότι η υπόθεση της 15χρονης είχε προκαλέσει την κινητοποίηση του πολιτικού κόσμου, με χορήγηση υποτροφίας, αλλά και του τότε αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Στην Αμάρυνθο είχε οργανωθεί και πορεία διαμαρτυρίας, η οποία δέχτηκε επίθεση από κατοίκους του χωριού. Μάλιστα από την επίθεση τραυματίστηκαν και κάποιοι διαδηλωτές. 

18.3.15

[Για τον θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη]



γράφει η Φιλοθέη Βαρσάμη

πηγή: Facebook

Μερικές τελευταίες σκέψεις με αφορμή την υπόθεση του Βαγγέλη:

1. Ο αβαδιστος-αβασάνιστος διασυρμός προσώπων που πιθανόν να είναι κάποιοι από τους βασανιστές του, με δημοσιοποίηση προσωπικών στοιχείων και φωτογραφιών τους συνοδευόμενες από κατάρες, ευχες για ψοφολόγημα κτλ., είναι τόσο τρομακτικό φαινόμενο, όσο και τα βασανιστήρια που πέρασε ο Βαγγέλης. Το bullying δεν καταστέλλεται με bullying. εκτός αν παραδεχτούμε ότι ζούμε σε πλήρως εκχρυσαυγιτισμένη κοινωνία.

2. Αν μιλάμε για αυτοκτονία, δλδ για ποινικά μη αξιόποινη πράξη, οι ιστορίες για "ηθική αυτουργία" που οδήγησε σε αυτήν και τιμωρία για την "ηθική αυτουργία σε αυτοκτονία" είναι κοινωνικά ενδιαφέρουσες, αλλά νομικά άκυρες. Ούτε καν συμμετοχή σε αυτοκτονία (301 ΠΚ) φαίνεται να στοιχειοθετείται.

3. Για όσους γκρινιάζετε για την όψιμη διευρυνση του 312 ΠΚ ώστε να περιλαμβάνει ευρυτερα περιπτώσεις bullying: έτσι είναι ο νόμος. Το εγκλημα προηγείται και ο νόμος ακολουθεί. Σημασία έχει να μη φωτογραφίζει η νέα διάταξη στιγμιαία μόνο το συγκεκριμένο περιστατικό, αλλά να είναι τόσο ευρεία, ώστε να χωράει όλων των ειδών τους πραγματικούς *Βαγγέληδες* ―στον στρατο, στο σχολείο, στο σπίτι, στο διαδίκτυο― και κανέναν *Βαγγέλη* κατά φαντασία. Η νέα διάταξη είναι αντανακλαστική, αυθόρμητη και αυτονόητη, απέχει πολύ όμως από το να είναι πλήρης και αποτελεσματική.

4. Διάβαζα της ελιάς τα βάσανα που πέρασε αυτό το παιδί. Ιμάντες, δεσίματα, κλειδώματα, καυτά νερά. Αναρωτιόμουν πόσο στερημένη από αισθήματα ζωή πέρασαν οι βασανιστές του για να φτάνουν σε τέτοιο σημείο σκλήρυνσης και αλλοίωσης και ψυχικής διαστρέβλωσης, ώστε να αντλούν ικανοποίηση από τον εξευτελισμό και τον βασανισμό και τον πόνο ενός έρμου μόνου παιδιού, που και από τις φωτογραφίες του το βλέπεις και το συμπαθείς. Λυπόμουν για τον Βαγγέλη, τους λυπόμουν στο βαθος και αυτούς. Μέχρι που ήρθαν οι μετά τον θάνατό του σκατόψυχες αναρτήσεις απασφαλισμένων τρολλ και μου πέρασαν αναδρομικά τα πολλά πολλά ψυχοπονιάρικα. Είσαι γονιός και παρέδωσες στην κοινωνία ένα τέρας που βασανίζει όποιον δε χωράει στο προκρούστειο μυαλό του ή που τρολλάρει με μίσος πάνω στην τραγική αυτοχειρία ενός βασανισμένου παιδιού; Η οργανωμένη σε κράτος κοινωνία σού δίνει το δικαίωμα να το πας σε όποιον ψυχίατρο θες να το κοιτάξει. Εμάς μας επιβάλλει την υποχρέωση να το πάμε στον εισαγγελέα, και αυτός να κανει εντός του υφιστάμενου πλαισίου τη δουλειά του. Όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα.

5. Ο Βαγγέλης περιγράφεται ως γλυκό και ευαίσθητο παιδί. Ως παιδί που βασανίστηκε επειδή, κατά τα στοιχεία που διαρρέονται, απείχε από τα πρότυπα του λεβέντη άνδρα που είχαν κατά νου οι μικροί δήμιοί του. Αυτό το παιδί, που ήταν τρυφερό, ευαίσθητο και φοβόταν μέχρι αυτοκτονίας ―μάλλον― τους νταήδες, το έθαψαν χθες με μπαλωθιές. Βρήκαν ταιριαστό να του ταράξουν και τον θάνατο, όπως και τη ζωή, με αυτές τις *εθιμοτυπικες* *ανδρικές* *λεβεντιές* που βρωμάν "ετεροκανονικά κληρονομούμενη ματσίλα" (που λέει και ένας τοίχος στη Νεάπολη). Στα πλάνα από την κηδεία του, την ώρα που ακούγονται οι πυροβολισμοί, το συμπέρασμα είναι: τελικά τίποτα δεν κατάλαβε κανείς.

[σημείωση του Εντευκτηρίου: Προφανώς, τα αστυνομικά όργανα που παρακολουθούσαν την κηδεία για λόγους τήρησης της τάξης δεν είδαν αυτούς που έριχναν τις μπαλωθιές, ούτε άκουσαν τους πυροβολισμούς. Προφανώς επίσης, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη δεν έκρινε ότι πρέπει να αναζητήσει ευθύνες για το συμβάν· μάλλον για να μη θιγεί το κρητικό φιλότιμο!]

17.3.15

Ηταν απλό, ίσως


  

γράφει η Άννα Δαμιανίδη

πηγή: http://www.efsyn.gr

Είναι κάτι βλαμμένα που φοβερίζουν. Επειδή φοβούνται κυρίως, επειδή τρέμουν ότι δεν θα τα βγάλουν πέρα σε διάφορες σημαντικές αναμετρήσεις. Μπορεί μάλιστα να φοβούνται άδικα· πάντως φοβούνται. Φοβούνται ότι δεν θα τα καταφέρουν με τα μαθήματα, ότι δεν είναι αρκετά ωραίοι, δεν θα ρίξουν το κορίτσι που επιθυμούν - ή το αγόρι. Δεν θα βρουν τη δουλειά που θα τους έβγαζε ασπροπρόσωπους στα μάτια των γονιών τους. Δεν θα κερδίσουν τα λεφτά που χρειάζονται. Κάτι τους διαφεύγει από τη λειτουργία του κόσμου, κάτι που δεν μπορούν να καταλάβουν, να φτάσουν· τους το κρύβουν, θα το χάσουν. Μαζεύονται πολλά και τη βρίσκουν γιουχάροντας τους ωραίους, τους μοναχικούς, τους ξεχωριστούς, εκδικούνται προκαταβολικά για τη σύγκριση που θα υποστούν ίσως κάποτε, που την υφίστανται ήδη στο βάθος του μυαλού με τα ανομολόγητα.

Είναι ντιπ χαζά και φοβητσιάρικα, ένα «μπου» να τους κάνεις το βουλώνουν. Εγώ δεν το ήξερα· είχα περάσει, σε λάιτ εκδοχή, κάτι καταστάσεις σχετικές, δεν παραπονέθηκα, ρούφηξα τις επιθέσεις εκείνες και μια ζωή προσπαθώ να αποτοξινωθώ από το δηλητήριο. Δεν έχω παράπονο, αλλά αν υπήρχε κάτι τότε να με βοηθήσει, να μου εξηγήσει το δίκιο μου, το άδικο των άλλων, δεν θα εσωτερίκευα την εξωτερική βία και θα ήμουν πιο υγιής ψυχικά, ίσως και σωματικά. Πολύ αργότερα, όταν έκανα παιδιά και ήρθε το φάσμα της κατάστασης εκείνης μπροστά μου με κάτι ασήμαντα περιστατικά, έμενα βουβή κι απελπισμένη. Τότε επιτέλους επενέβησαν οι άλλοι, πιο σώφρονες, πιο γνώστες, και τότε είδα πόσο απλό ήταν. Βάλανε μια φωνή στα βλαμμένα, τους έκαναν μια ωραία, σταθερή, καθόλου υστερική εξήγηση περί του τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται, και τι θα πάθαιναν αν συνέχιζαν.

Δεν ξέρω αν όλα έγιναν τη σωστή στιγμή. Δεν ξέρω αν δεν έμειναν γρατσουνιές στις καρδούλες των παιδιών. Κάτι πάντα μένει, δεν περνάνε εύκολα αυτά όλα από τις παιδικές ζωές. Ομως τότε κατάλαβα ότι το πράγμα ήταν απλό. Φτάνει να μην αφήσεις να εδραιωθεί το καψώνι και οι διάφορες επιθέσεις και προκλήσεις σαν κανονικότητα, σαν κάτι που δεν προκαλεί αντιδράσεις. Να μην αφήσεις μόνο του αυτόν που δέχεται την επίθεση. Να δείξεις σαν γονιός, σαν δάσκαλος, σαν μεγαλύτερος που ξέρει τον νόμο, ξέρει το σωστό, ότι μπορείς να επέμβεις για να βάλεις τα πράγματα στη θέση τους. Ηταν τόσο απλό, λοιπόν, από τη μεριά των άλλων.

Δεν είναι ποτέ απλό από τη μεριά του θύματος. Το κάθε παιδί στις περιπτώσεις αυτές εισπράττει τον πόνο του σαν αδυναμία. Σκέφτεται πως έπρεπε να μην μπορούν να το πειράξουν. Επρεπε να τους κρατήσει σε απόσταση. Επρεπε να τα βγάλει πέρα μαζί τους, κ.λπ. κ.λπ. Δεν ξέρω αν μπορεί να διδαχτεί κανείς τα δικαιώματά του εξ απαλών ονύχων, αλλά η προσπάθεια επιβάλλεται. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις μαζί βέβαια, ότι έχουν υποχρέωση να καταγγέλλουν κάθε επίθεση σε άλλον όπως και να προστατεύουν τον εαυτό τους, χωρίς τον φόβο να τους πουν ρουφιάνους, να τους θεωρήσουν αδύναμους και άλλα τέτοια καταστροφικά. Η εκ των άνω παρέμβαση σώζει και του θύματος την αυτοεκτίμηση, ακόμα και στους θύτες δίνει μια ελπίδα: να γλιτώσουν από την κατρακύλα του χουλιγκανισμού, να βρουν κάτι μέσα τους που μπορεί να αναπτυχθεί, να πασχίσουν για κάτι καλύτερο κι αυτοί στη ζωή τους.

Κι όλ’ αυτά τώρα είναι φλυαρίες βέβαια. Ο άδικος θάνατος δεν έχει παρηγοριά.